<>
thyreos

Βυζαντινες Μαχες

<>
Άβυδος, 989
Αγροί Κάτωνος, 548
Αγχίαλος (1), 708
Αγχίαλος (2), 763
Αγχίαλος, 917
Άδης, 1057
Αδραμύττιον, 1205
Αδριανούπολη, 324
Αδριανούπολη, 378
Αδριανούπολη, 813
Αδριανούπολη, 1254
Αδριανούπολη, 1369
Αζάζιον, 1030
Αζνανταΐν, 634
Ακροϊνόν, 740
Ακρ. Μερκούριον, 468
Αλεξάνδρεια, 641
Αλεξανδρέτα, 971
Αλτάβα, 578
Άμιδα, 359
Άμιδα, 502-503
Άμιδα, 973
Αμόριον, 838
Ανδρασός, 960
Ανζήν, 838
Ανθηδόνος, 634
Ανίον, 1064
Αντιόχεια, 540
Αντιόχεια, 611
Αντιόχεια, 969
Αντιόχεια Μαιάνδρου,1211
Απάμεια, 998
Απούλια, 1155
Άπρος, 1305
Αράξης, 589
Αρζαμών, 586
Αρίμινον, 538
Αρκαδιούπολις, 970
Αρκαδιούπολις, 1194
Αττάλεια, 1207
Αύξιμος, 539
Αυράσια όρη, 540
Βαβυλών, Αίγυπτος, 640
Βαθυρρύαξ, 872
Βαλάραθος, 591
Βάργυλος, 634
Βασιλικά Θερμά, 979
Βασιλική Λιβάδα, 1050
Βαφεύς, 1302
Βεζούβιος, 553
Βεράτιον, 1281
Βερεγάβα, 759
Βερόη, 1122
Βερσινικία, 813
Βεσκέρα, 682
Βιμινάκιον, 599
Βιτωλίων, 1015
Βολτούρνος, 554
Βόσπορος, 1352
Βουλγαρόφυγον, 896
Βουργάων, 535
Βουσταγάλλορα, 552
Βρινδήσιον, 1156
Γάζακα, 591
Γιαρμούκ, 636
Δαζιμών, 838
Δαμασκός, 634
Δαμιέττη, 853
Δαράς, 530
Δαράς, 573
Δέκιμον, 533
Δημητριάς, 1274
Δημητρίτσι, 1185
Διακενέ, 1050
Διάμπολις, 1049
Διδυμότειχο, 1352
Δορύστολο, 971
Δυρράχιο, 1018
Δυρράχιο, 1081
'Εδεσσα, 1031
Εκατό Βουνοί, 1050
Ελλήσποντος, 324
Έμεσα, 635-636
Επιδρομή Ρως, 860
Επιδρομή Ρως, 941
Επιδρομή Ρως, 1025
Επιδρομή Ρως, 1043
Ερμαία Άκρα, 468
Εχινάδες, 1427
Ζόμπος, 1074
Ηλιούπολις, 640
Ηράκλεια, 806
Θάκια, 545
Θαννούριος, 528
Θάσος, 829
Θεσσαλονίκη, 586
Θεσσαλονίκη, 615
Θεσσαλονίκη, 617
Θεσσαλονίκη, 617
Θεσσαλονίκη, 676-678
Θεσσαλονίκη, 904
Θεσσαλονίκη, 995
Θεσσαλονίκη, 1014
Θεσσαλονίκη, 1040
Θεσσαλονίκη, 1185
Θεσσαλονίκη, 1224
Θεσσαλονίκη, 1264
Θεσσαλονίκη, 1422-1430
Θωμάς ο Σλάβος, 821-823
Ιερομύαξ, 636
Ιερουσαλήμ, 614
Ιερουσαλήμ, 637
Ιτιές, 377
Καισάρεια, 1073
Καλαβρύη, 1079
Καλλίνικο, 531
Καλλίπολη, 1354
Καλλίπολη, 1366
Κάμπους Αρντιένσις, 316
Κάννες, 1018
Κάβο Μπον, 468
Καπετρου, 1049
Καρχηδών, 698
Καστοριά, 1259
Καστροτζιοβάννι, 859
Κατασύρται, 917
Κεφαλλονιά, 880
Κίβαλι, 316
Κίλλιον, 544
Κλειδίον, 1014
Κλοκότνιτσα, 1230
Κοπίδναδον, 788
Κοτύαιον, 492
Κούνδουρος, 1205
Κρασός, 804
Κρήτη, 824
Κρήτη, 828
Κρήτη, 961
Κτησιφών, 363
Κωνσταντινούπολη, 626
Κωνσταντινούπολη,674-678
Κωνσταντινούπολη,717-718
Κωνσταντινούπολη, 941
Κωνσταντινούπολη, 1047
Κωνσταντινούπολη, 1187
Κωνσταντινούπολη, 1204
Κωνσταντινούπολη, 1235
Κωνσταντινούπολη, 1260
Κωνσταντινούπολη, 1261
Κωνσταντινούπολη, 1422
Κωνσταντινούπολη, 1453
Λαλακάων, 863
Λάρισα, 1084
Λεβούνιον, 1091
Λήμνος, 1025
Λιπάρες, 880
Στήλαι, 880
Μακρύπλαγι, 1264
Μάμμης, 534
Μαντζικέρτ, 1071
Μαοζαμάλχα, 363
Μαράνγκα, 363
Μαρκέλλαι (1), 756
Μαρκέλλαι (2), 792
Μαρκιανούπολις, 377
Μάρτα, 547
Μαρτυρόπολις, 588
Μαυροπόταμος, 844
Μεδιόλανον, 539
Μελαντιάς, 559
Μελιτηνή, 576
Μέμβρησα, 536
Μεσσίνα, 843
Μιλάνο, 539
Μιλβία Γέφυρα, 312
Μπίτολα, 1015
Όρος Σέλευκος, 353
Μοντεπελόζο, 1041
Μοντεματζιόρε, 1041
Μοράβας, 1191
Μούρσα, 351
Μούτα, 629
Μουκέλλιν, 542
Μπαρ, 1042
Μπάρι, 1068-1071
Βερζιτία, 774
Μπρίντιζι, 1156
Μπροκάρ, 634
Μυριοκέφαλον, 1176
Νάπολη, 536
Νέαι Πάτραι, 1274
Νίκαια, 1077
Νίκαια, 1097
Νίκαια, 1328-1331
Νικίου, 646
Νικομήδεια, 782
Νικομήδεια, 1331-1337
Νινευί, 627
Νίσιβις (1), 338
Νίσιβις (3), 350
Νοβιοντούνουμ, 369
Νταδίν, 634
Νταμιέτα, 853
Ντεβίνα, 1279
Noviodunum, 369
Ολιβέντο, 1041
Ονγκάλ, 680
Ορόντης, 994
Όστροβο, 1043
Ούτους, 447
Όφλιμος, 622
Παγκάλεια, 978
Παλακατσίς, 1021
Παλέρμο, 830-831
Πεδιάδα Άρδα, 316
Πελαγονία, 1015
Πελαγονία, 1259
Πελεκάνος, 1329
Περκρί, 1034
Πέτρα, 551
Πετρόης, 1057
Πηγαί, 922
Πηνειού, 1084
Πιρισαμπόρα, 363
Πλίσκα, 811
Ποιμανηνόν, 1224
Πόσων, 863
Πρεσλάβα, 1053
Πρίνιτσα, 1263
Προύσα, 1317-1326
Πύλες Τραϊανού, 986
Ρίμινι, 538
Ρίσκι, 759
Ρόδος, 1249
Ρόδος, 1309
Ρομέττα, 964
Ρομέττα, 1038
Ρουσόκαστρο, 1332
Ρύνδακος, 1211
Ρώμη (1), 537-538
Ρώμη (2), 545 - 546
Σάβος/Σάβα, 388
Σαμάρα, 363
Σάρδεις, 743
Σαρδική, 809
Σάταλα, 530
Σβιντάξ, 1022
Σεβάστεια, 1070
Σεβαστούπολη, 692
Σένα Γκάλικα, 551
Σενιγκάλλια, 551
Σερδική, 809
Σέτινα, 1017
Σίγγαρα, 344
Σιδηρά Γέφυρα, 637
Σίλλυον, 677
Σιρίμνι, 1021
Σίρμιον, 441
Σίρμιον, 580-582
Σίρμιον, 1167
Σίφριος, 503
Σκάλας Βέτερες, 537
Σκαφίδας, 1304
Σολάχων, 586
Σουφετούλα, 647
Σπερχειός, 997
Στρώμνιτσα, 1014
Στρούμβιτσα, 1014
Συρακούσες, 827-828
Συρακούσες, 877-878
Ταγίναι, 552
Ταορμίνα, 902
Ταρσός, 965
Τορνίκιος, 1047
Τριάβνα, 1190
Τρικάμαρον, 533
Τροίνα, 1040
Υέλιον & Λειμμόχειρ, 1177
Φαβέντια, 542
Φάρος, 1043
Φάρσαλα, 1277
Φιλαδέλφεια, 1390
Φιλομήλιον, 1117
Φιράζ, 634
Φοίνιξ, 655
Φορίνο, 663
Φρίγδος, 394
Χαλέπι, 637
Χαλέπι, 962
Χαλέπι, 969
Χαριούπολις, 1051
Χερσόνησος, 447
Χρυσούπολη, 324
  4 ος    αιών
  5 ος    αιών
  6 ος    αιών
  7 ος    αιών
  8 ος    αιών
  9 ος    αιών
10 ος    αιών
11 ος    αιών
12 ος    αιών
13 ος    αιών
14 ος    αιών
15 ος    αιών

Aspis

Μάχη της γέφυρας του Ζόμπου

χρόνος:

1074

11 Μαΐου 1074
Σοβαρή ήττα των Βυζαντινών από Νορμανδούς μισθοφόρους που είχαν στασιάσει ★ ★ ★ ★ ★
εχθρός:
Νορμανδοί
τοποθεσία:
Στον ποταμό Σαγγάριο νοτιοδυτικά από την Άγκυρα, στην περιοχή του Αμορίου
 ακρίβεια θέσης: ●●●●●
τύπος μάχης:
Μάχη εκ Παρατάξεως
πόλεμος:
Στάσεις και Εξεγέρσεις
σύγχρονη χώρα:
Τουρκία
  Οι Βυζαντινοί(αυτοκρ.  Μιχαήλ Ζ’ Δούκας) Οι Εχθροί
Επικεφαλής: Καίσαρ Ιωάννης Δούκας Ουρσέλιος ντε Μπαγιέλ
Δυνάμεις: 12.000 3.000 ιππείς
Απώλειες:

Ιστορικό πλαίσιο:
Τον 11ο αιώνα, μετά από αρκετούς αιώνες που η στρατιωτική ισχύς του Βυζαντίου στηριζόταν κατά κύριο λόγο στον θεματικό στρατό, άρχισε και πάλι η χρησιμοποίηση ξένων μισθοφόρων σε μεγάλη κλίμακα. Ανέκαθεν υπήρχαν ξένοι στρατιωτικοί που υπηρετούσαν στον Βυζαντινό στρατό, αλλά από τον 7ο αιώνα και μετά οι ξένοι είχαν σταματήσει να είναι οργανωμένοι σε αυτόνομα στρατιωτικά σώματα αλλοδαπών με εθνικό χαρακτήρα.
Αυτό άλλαξε αισθητά επί Βουλγαροκτόνου, ο οποίος χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τους Βαράγγους. Το φαινόμενο στρατολόγησης ξένων μισθοφόρων κλιμακώθηκε τις επόμενες δεκαετίες και πήρε μεγάλες διαστάσεις μέχρι το 1050, σε μια περίοδο που ο Κωνσταντίνος Θ’ Μονομάχος είχε να αντιμετωπίσει καινούργιους εξωτερικούς εχθρούς (Σελτζούκους, Πετσενέγους, Νορμανδούς) αλλά και μεγάλη αμφισβήτηση στο εσωτερικό που συνοδεύτηκε από σοβαρές ανταρσίες, όπως του Μανιάκη και του Τορνικίου.

Ανάμεσα στους ξένους στην υπηρεσία του Βυζαντινού στρατού εξέχουσα θέση είχαν οι Φράγκοι μισθοφόροι. Οι συγκεκριμένοι «Φράγκοι» στην πλειοψηφία τους ήταν Γάλλοι από τη Νορμανδία που είχαν περάσει από τη Νότια Ιταλία. Για πρώτη φορά είχαν πολεμήσει στο πλευρό των Βυζαντινών κατά την εκστρατεία του Γεωργίου Μανιάκη στη Σικελία περί το 1039. Στη συνέχεια βέβαια στράφηκαν κατά των Βυζαντινών εκεί, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία...
Κάποιοι από αυτούς τους Φράγκους επέλεξαν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην Ανατολή, και το 1047 πρωτοεμφανίζονται στην Κωνσταντινούπολη, όπου επιστρατεύτηκαν από τον Κωνσαντίνο Θ’ Μονομάχο στην αντιμετώπιση της εξέγερσης του Τορνικίου.
Στη συνέχεια οι Φράγκοι στάλθηκαν στα ανατολικά σύνορα και τοποθετήθηκαν στις μεθοριακές επαρχίες της Μικράς Ασίας όπου είχαν αρχίσει να αναφύονται προβλήματα με διάφορους επιδρομείς, κυρίως Σελτζούκους Τούρκους. Η παρουσία των Φράγκων ήταν ιδιαίτερα έντονη στο θέμα Αρμενιάκων και στην πρωτεύουσα του θέματος, την Αμάσεια, όπου αρχικά παρέμεναν για λόγους παραχειμασίας (δηλαδή για να περάσουν τον χειμώνα εκεί). Καθώς περνούσαν τα χρόνια η παρουσία των Φράγκων έγινε μόνιμη, και φαίνεται πως τους παραχωρήθηκαν γαίες και κάστρα και απέκτησαν το στάτους τοπικών ηγεμόνων, κάτι που προφανώς έγινε με την ενθάρρυνση των Βυζαντινών που έβλεπαν θετικά την παρουσία των αξιόμαχων Φράγκων σε αυτή την παραμεθόρια και στρατηγικά σημαντική περιοχή.

Οι Φραγγονορμανδοί ήταν εξαιρετικοί πολεμιστές και ήταν μια πολύτιμη προσθήκη για τον Βυζαντινό στρατό. Το μεγάλο τους ατού ήταν η ορμητική επέλαση των σιδερόφραχτου ιππικού τους, που δεν ήταν εύκολο να αντιμετωπίσουν οι αντίπαλες παρατάξεις. Κατά τον Μιχαήλ Ψελλό, οι Φράγκοι πολεμιστές «ήταν φοβεροί και τοις είδεσι και ταις σχήμασιν... έμπληκτοι ταις ορμαίς, ευκίνηταί τε και ορμητίαι... ανυπόστατοι την πρώτην έφοδο ορμής». Το πρόβλημα ήταν ότι ήταν τυχοδιώκτες και παρέμεναν πιστοί μόνο εφόσον πληρώνονταν καλά, ενώ γίνονταν απρόβλεπτοι όταν έβλεπαν ευκαιρίες για κέρδος πέρα από τα τυπικά στρατιωτικά καθήκοντά τους. Έτσι, κατά καιρούς προκάλεσαν σοβαρά προβλήματα όπως συνέβη με τη στάση του Ουρσελίου.

Ο Ρουσέλ ντε Μπαγιέλ (Roussel de Bailleul ή Ursellus de Ballione) αποκαλούμενος Ρουσέλιος ή Ουρσέλιος από τους Βυζαντινούς ιστορικούς ήταν ένας από τους ηγέτες των Φράγκων μισθοφόρων στο οποίο είχε απονεμηθεί (μάλλον από τον Ρωμανό Δ’) το αξίωμα του βέστη. Μπήκε στην υπηρεσία του Βυζαντίου περί το 1069, ως μέλος, αρχικά, μιας μισθοφορικής εταιρείας της οποίας αρχηγός ήταν ένας άλλος Φράγκος, ο Ροβέρτος Κρισπίνος (Robert Crispin).
Ο Ουρσέλιος είχε συμμετάσχει στην εκστρατεία του Ρωμανού Διογένη το 1071 που κατέληξε στο Μανζικέρτ, αλλά δεν πήρε μέρος στην τελική μάχη, καθώς είχε αποσταλεί μαζί με τις δυνάμεις του Ιωσήφ Ταρχανειώτη για να καταλάβουν το φρούριο της Χλιάτ και εκεί αποκόπηκαν χωρίς να μπορέσουν να βοηθήσουν τον Ρωμανό Διογένη. Για πολλούς, ο ρόλος του Ουρσελίου σε εκείνη την περίπτωση ήταν ύποπτος.

Στη χαώδη κατάσταση που επικράτησε μετά την ήττα στο Μανζικέρτ, οι Σελτζούκοι και διάφορες ανεξέλεγκτες τουρκομάνικες ομάδες πύκνωσαν τις ληστρικές επιδρομές τους στα Βυζαντινά εδάφη της Μικράς Ασίας. Για την αντιμετώπιση της κατάστασης ο νέος αυτοκράτορας Μιχαήλ Ζ’ Δούκας αποφάσισε να στείλει στα ανατολικά έναν στρατό με επικεφαλής τον δομέστικο των σχολών Ισαάκιο Κομνηνό (ανιψιό του παλιού συνονόματου αυτοκράτορα). Σε αυτό το εκστρατευτικό σώμα συμμετείχε και ο Ουρσέλιος με 400 Φράγκους ιππότες.
Όταν ο στρατός υπό τον Ισαάκιο έφτασε στην περιοχή της Καισάρειας, δημιουργήθηκε ένα σοβαρό επεισόδιο μεταξύ Φράγκων και Βυζαντινών, επειδή ο Ισαάκιος τιμώρησε έναν Φράγκο για πειθαρχικό παράπτωμα. Εξαιτίας αυτού, ο Ουρσέλιος θεώρησε ότι προσεβλήθη, και τη νύχτα πήρε τους άντρες του και εγκατέλειψε τους Βυζαντινούς.
Οι ενέργειές του στη συνέχεια δείχνουν ότι η αποστασία του ήταν προσχεδιασμένη: Ο Ουρσέλιος με τους ιππότες του κατευθύνθηκε προς τα ανατολικά και έφτασε στη Μελιτηνή, όπου με μια αιφνιδιαστική επίθεση σημείωσε μια μικρή επιτυχία εναντίον των Σελτζούκων. Στο μεταξύ, μετά την αποχώρησή του, το στράτευμα υπό τον Ισαάκιο συγκρούσθηκε με Τούρκους κοντά στην Καισάρεια της Καππαδοκίας και υπέστη συντριπτική ήττα.

Ανεξάρτητα από αυτό, μετά την επιτυχία του στα ανατολικά, ο Ουρσέλιος επέστρεψε στο κέντρο της Μικράς Ασίας όπου επιδόθηκε σε λεηλασίες, ενώ ανάγκασε πολλές πόλεις να του πληρώσουν φόρο υποτελείας. Για τους Βυζαντινούς ήταν πλέον φανερό ότι δεν είχαν να κάνουν απλά με έναν απείθαρχο τυχοδιώκτη, αλλά ότι ο Ουρσέλιος έκανε κινήσεις για τη δημιουργία ανεξάρτητης ηγεμονίας στη Μικρά Ασία. Το ενδεχόμενο αυτό εκείνη τη στιγμή φαινόταν ότι ήταν πολύ σοβαρότερη απειλή από τους Σελτζούκους. Άλλωστε ήταν πρόσφατο το παράδειγμα της Νοτίου Ιταλίας, όπου μια χούφτα Νορμανδών από το πουθενά κατόρθωσαν να επικρατήσουν και να δημιουργήσουν κράτος σε Βυζαντινό έδαφος. Γι’ αυτό αποφασίστηκε να σταλεί στρατός εναντίον του.

Η Μάχη:
Ζόμπος
Την αρχηγία του εκστρατευτικού σώματος εναντίον του Ουρσελίου ανέλαβε ο θείος τού αυτοκράτορα, καίσαρας Ιωάννης Δούκας, που το 1071 είχε πρωταγωνιστήσει στις ενέργειες για την εκθρόνιση του Ρωμανού Δ’ και την ανάρρηση του Μιχαήλ Ζ’ στο θρόνο. Εκείνη την εποχή είχε παραγκωνιστεί από τον νέο ισχυρό άντρα του Βυζαντίου, τον ευνούχο λογοθέτη του δρόμου Νικηφορίτζη.
Ο στρατός αναχώρησε από την Κωνσταντινούπολη την άνοιξη του 1074. Στην εκστρατεία συμμετείχε ο γιος του καίσαρα Ιωάννη, ο πρωτοβεστιάριος, πρωτοπρόεδρος και δομέστικος των σχολών της Ανατολής Ανδρόνικος Δούκας (ο οποίος είχε πολεμήσει και στο Μαντζικέρτ, ως αρχηγός της οπισθοφυλακής όπου αδράνησε και δεν βοήθησε τον Ρωμανό). Συμμετείχε επίσης ο βετεράνος στρατηγός και κουροπαλάτης Νικηφόρος Βοτανειάτης (ο μετέπειτα αυτοκράτορας).
Συνολικά το αυτοκρατορικό στράτευμα αποτελούνταν από 12.000 άντρες. Οι 10.000 από αυτούς ήταν Μικρασιάτες στρατιώτες του θεματικού στρατού και οι υπόλοιποι μισθοφόροι: 1.500 Βάρραγοι και 500 Φράγκοι.
Ο Ουρσέλιος εκείνη τη χρονική στιγμή ήταν στο θέμα Αρμενιάκων, αλλά όταν έμαθε ότι ένας Βυζαντινός στρατός βαδίζει εναντίον του, κινήθηκε εσπευσμένα προς τα δυτικά για να τον συναντήσει. Είχε μαζί του 3.000 Φράγκους ιππότες.

ΟΙ δύο αντίπαλοι στρατοί συναντήθηκαν στις 10 Μαΐου στον ποταμό Σαγγάριο, κοντά στη γέφυρα «Ζόμπου», νοτιοδυτικά από την Άγκυρα, όχι μακριά από το Αμόριο. Ο Ιωάννης Δούκας, αν και είχε σημαντικό αριθμητικό πλεονέκτημα, έστειλε απεσταλμένους στον Ουρσέλιο προτείνοντάς του να συνθηκολογήσει και προσφέροντας αμνηστία. Φαίνεται πως οι Βυζαντινοί είχαν την κρυφή ελπίδα ότι ο Ουρσέλιος θα μπορούσε ακόμα να τους φανεί χρήσιμος, ενώ είναι πολύ πιθανό, αν κρίνουμε από την πρωτοβουλία αυτή, ότι ο πραγματικό στόχος της εκστρατείας ήταν οι Σελτζούκοι.
Εν πάση περιπτώσει, ο Ουρσέλιος απέρριψε με περιφρόνηση την πρόταση του Δούκα. Προφανώς είχε απόλυτη εμπιστοσύνη στις ικανότητές του και στο αξιόμαχο των αντρών του. Η συνέχεια τον δικαίωσε.
Ο καίσαρας Ιωάννης Δούκας δεν ήταν έμπειρος στρατιωτικός και αυτό φάνηκε σε αυτήν τη μάχη, όπου ακολούθησε μια ακατανόητη τακτική. Αντί να περιμένει τους ορμητικούς Νορμανδούς να επιτεθούν έχοντας σαν προκάλυψη τον Σαγγάριο, σε θέση που είχε αμυντικό πλεονέκτημα, επέλεξε να περάσει το ποτάμι και να παραταχθεί στην απέναντι όχθη με το ποτάμι στην πλάτη του. Επίσης με αυτήν την επιλογή ακύρωσε την πιθανότητα να δεχτεί ενισχύσεις από τα υπόλοιπα θέματα, κάτι που φοβόταν και ο Ουρσέλιος και φαίνεται πως αυτός ήταν ο λόγος που είχε σπεύσει να τον προϋπαντήσει.
Ο αυτοκρατορικός στρατός παρατάχθηκε σε δύο ξεχωριστές γραμμές, η μία πίσω από την άλλη. Στη δεξιά πτέρυγα της πρώτης γραμμής είχε παραταχθεί το σώμα των Φράγκων μισθοφόρων με επικεφαλής κάποιον Φράγκο ονόματι «Πάπας». Στο κέντρο της παράταξης ήταν ο Ιωάννης Δούκας με το επίλεκτο τμήμα των Βαράγγων (που εκείνη την εποχή ήταν μάλλον Αγγλοσάξωνες). Ο Ανδρόνικος Δούκας ήταν στο αριστερό κέρας . Στην πίσω γραμμή ήταν ο Βοτανειάτης με τα λιγότερο εμπειροπόλεμα τμήματα.
Η μάχη ξεκίνησε τα ξημερώματα της 11ης Μαΐου. Ο Ουρσέλιος απευθύνθηκε στους ομοεθνείς του που ήταν στη δεξιά πλευρά της Βυζαντινής παράταξης και τους έπεισε να πάνε με το μέρος του. Έτσι ενωμένοι όλοι οι Φράγκοι επιτέθηκαν στο Βυζαντινό κέντρο όπου ήταν ο Ιωάννης Δούκας με τους Βαράγγους. Παρά το ξάφνιασμα των Βυζαντινών από την προδοσία των μισθοφόρων, η μάχη δεν είχε κριθεί. Όμως σε μια επανάληψη όσων είχαν συμβεί στο Μαντζικέρτ, η οπισθοφυλακή υπό τον Βοτανειάτη δεν επενέβη για να βοηθήσει. Αντίθετα οπισθοχώρησε ανεξήγητα. Από εκεί και πέρα ήταν θέμα χρόνου. Οι Βάραγγοι στο κέντρο πολέμησαν γενναία, αλλά δεν μπόρεσαν να αντισταθούν στην ανωτερότητα των Φράγκων που ήταν πλέον και αριθμητική. Στο τέλος περικυκλώθηκαν και υπέκυψαν. Ο Ιωάννης τραυματίστηκε και πιάστηκε αιχμάλωτος. Το ίδιο και ο γιος του Ανδρόνικος.

Αμέσως μετά ο Ουρσέλιος έχοντας μαζί του τον επιφανή αιχμάλωτό του έφτασε μέχρι την Χρυσόπολη απέναντι από την Κωνσταντινούπολη έχοντας σαν στόχο να εκθρονίσει τον αυτοκράτορα. Όμως ο Νοκοφορίτζης αντέδρασε αποτελεσματικά και κάνοντας οδυνηρές υποχωρήσεις προς τους Τούρκους, τους έστειλε εναντίον του. Ο Ουρσέλιος αναγκάστηκε να αποσυρθεί στη Νικομήδεια όπου, για να κερδίσει την εμπιστοσύνη των κατοίκων έστεψε βασιλιά τον Ιωάννη Δούκα. Μετά επιτέθηκε στους Τούρκους, αλλά δεν τα κατάφερε και τελικά πιάστηκε αιχμάλωτος μαζί με τον Ιωάννη. Μετά από λίγο καιρό, η γυναίκα του πλήρωσε λύτρα και τον ελευθέρωσε. Για λίγο ο Ουρσέλιος έζησε σαν ηγεμόνας στην Αμάσεια.

Αξιοσημείωτα:
Για τον Ανδρόνικο Δούκα αναφέρεται ότι στη μάχη φορούσε διπλό επανωκλιβανιον και πολέμησε γενναία μοιάζοντας στο τέλος με σκαντζόχοιρο από τα πολλά βέλη που είχαν καρφωθεί πάνω του. Ήταν σοβαρά τραυματισμένος και στάλθηκε στην Κωνσταντινούπολη για θεραπεία. Οι δύο γιοι του τον αντικατέστησαν σαν όμηροι του Ουρσέλιου. Ο Ανδρόνικος ανάρρωσε, αλλά πέθανε το 1077.
Ο Ανδρόνικος Δούκας ήταν προπάππους του Μανουήλ Κομνηνού και πρόγονος του Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγου.

Επακόλουθα:
Ήταν ακόμα μία σοβαρή Βυζαντινή ήττα στη φοβερή δεκαετία του 1070 που κλόνισε και άλλο την ισχύ του Βυζαντίου στη Μικρά Ασία. Οι Σελτζούκοι βγήκαν κερδισμένοι καθώς οι Βυζαντινοί αναγκάστηκαν να επικυρώσουν την κατοχή εδαφών για να τους χρησιμοποιήσουν εναντίον του Ουρσελίου.
Ο Ουρσέλιος έζησε για λίγο ως ηγεμών στην Αμάσεια, αλλά αιχμαλωτίστηκε από τον Αλέξιο Κομνηνό με τη βοήθεια των Τούρκων. Απελευθερώθηκε για να πολεμήσει εναντίον στασιαστών, πρόδωσε ξανά, και εκτελέστηκε το 1077.